crazyhelen
Διάσημο μέλος
Η crazyhelen αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,771 μηνύματα.
15-02-08
13:53
Να σας διηγηθώ και γω μια ιστορία, όπως μου την περιεγραψε η μαμά μου που την έζησε κιόλας.
Πρέπει να ήταν γύρω στο 1992. Η μαμά μου, η οποία βρίσκεται σε κακή ψυχολογική κατάσταση και με πολλά προβλήματα σε όλους σχεδόν τους τομείς, έχει νοικιάσει ένα μαγαζί στην περιοχή που μένουμε και το ετοιμάζει με προσωπική εργασία, για να της κοστίσει λιγότερο.
Είναι αργά το απόγευμα, χειμώνας, έξω έχει σχεδόν σκοτεινιάσει και η μαμά μου έχει τοποθετήσει στη μέση του χώρου ένα μεγάλο ξύλινο τραπέζι, επάνω του μία καρέκλα στην οποία έχει ανέβει και βάφει το ταβάνι.
Κάθε λίγα λεπτά, αναγκάζεται να κατεβαίνει από την καρέκλα και να βουτήξει το ρολλό στο κουβαδάκι με την μπογιά, να ξανα ανέβει στην καρέκλα και να συνεχίσει το βάψιμο.
Κάποια στιγμή λοιπόν συνειδητοποιεί ότι παρόλο που έχει ακρετή ώρα να κατέβει από την καρέκλα για να βάλει μπογιά στο ρολλό, το ρολλό έχει αρκετή μπογιά και έχει βάψει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του ταβανιού. Ασυναίσθητα, απλώνει το χέρι της με το ρολλό δίπλα της (χωρίς να κοιτάει) και νιώθει να βουτιέται το ρολλό μέσα στο κουβαδάκι με τη μπογιά. Τρομάζει, διότι εκείνη παραμένει πάνω στην καρέκλα, και καταλαβαίνει ότι "κάποιος" ή "κάτι" της βαστάει ψηλά το κουβαδάκι με τη μπογιά, ενώ μέσα στο μαγαζί είναι ολομόναχη. Παρόλα αυτά, δεν τολμάει να γυρίσει το κεφάλι της να κοιτάξει το ίσως αιωρούμενο κουβαδάκι. Φοβάται γιατί δεν ξέρει τι θα αντικρύσει. ΄
Εν τέλει, τελείωσε το σημείο που έβαφε, χωρίς να ξανακατέβει από την καρέκλα, και όταν κατέβηκε το κουβαδάκι βρισκόταν εκεί που το είχε ακουμπήσει εξαρχής, πάνω στο τραπέζι δηλαδή.
Όσες φορές το περιγράφει, πάντα αφήνει την αίσθηση πως εκείνος που τη βοήθησε στην κούραση της, ήταν ο πατέρας της, τον οποίον έχασε όταν ήταν 12 χρονών.
Πρέπει να ήταν γύρω στο 1992. Η μαμά μου, η οποία βρίσκεται σε κακή ψυχολογική κατάσταση και με πολλά προβλήματα σε όλους σχεδόν τους τομείς, έχει νοικιάσει ένα μαγαζί στην περιοχή που μένουμε και το ετοιμάζει με προσωπική εργασία, για να της κοστίσει λιγότερο.
Είναι αργά το απόγευμα, χειμώνας, έξω έχει σχεδόν σκοτεινιάσει και η μαμά μου έχει τοποθετήσει στη μέση του χώρου ένα μεγάλο ξύλινο τραπέζι, επάνω του μία καρέκλα στην οποία έχει ανέβει και βάφει το ταβάνι.
Κάθε λίγα λεπτά, αναγκάζεται να κατεβαίνει από την καρέκλα και να βουτήξει το ρολλό στο κουβαδάκι με την μπογιά, να ξανα ανέβει στην καρέκλα και να συνεχίσει το βάψιμο.
Κάποια στιγμή λοιπόν συνειδητοποιεί ότι παρόλο που έχει ακρετή ώρα να κατέβει από την καρέκλα για να βάλει μπογιά στο ρολλό, το ρολλό έχει αρκετή μπογιά και έχει βάψει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του ταβανιού. Ασυναίσθητα, απλώνει το χέρι της με το ρολλό δίπλα της (χωρίς να κοιτάει) και νιώθει να βουτιέται το ρολλό μέσα στο κουβαδάκι με τη μπογιά. Τρομάζει, διότι εκείνη παραμένει πάνω στην καρέκλα, και καταλαβαίνει ότι "κάποιος" ή "κάτι" της βαστάει ψηλά το κουβαδάκι με τη μπογιά, ενώ μέσα στο μαγαζί είναι ολομόναχη. Παρόλα αυτά, δεν τολμάει να γυρίσει το κεφάλι της να κοιτάξει το ίσως αιωρούμενο κουβαδάκι. Φοβάται γιατί δεν ξέρει τι θα αντικρύσει. ΄
Εν τέλει, τελείωσε το σημείο που έβαφε, χωρίς να ξανακατέβει από την καρέκλα, και όταν κατέβηκε το κουβαδάκι βρισκόταν εκεί που το είχε ακουμπήσει εξαρχής, πάνω στο τραπέζι δηλαδή.
Όσες φορές το περιγράφει, πάντα αφήνει την αίσθηση πως εκείνος που τη βοήθησε στην κούραση της, ήταν ο πατέρας της, τον οποίον έχασε όταν ήταν 12 χρονών.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 16 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
crazyhelen
Διάσημο μέλος
Η crazyhelen αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,771 μηνύματα.
15-07-05
14:19
Λοιπόν, θα σας γράψω ένα πραγματικό γεγόνός, που συνέβει στη μαμά μου.
Στα νιάτα της (ήμουν περίπου 5 χρονών εγώ) είχε ανοίξει ένα κατάστημα σε γυναικεία ρούχα. Τον πρώτο καιρό, το άγχος της αν όλα θα πάνε καλά ήταν πολύ μεγάλο και καθόλη τη διάρκεια της μέρας ήταν αναστατωμένη.
Ένα πρωινό λοιπόν, και ενώ έχει περάσει η ώρα και δεν έχει πατήσει το ποδί της ούτε μία πελάτισσα, η μαμά μου κοντεύει να σκάσει από τη στεναχώρια της. Τότε ανοίγει η πόρτα και μπαίνει μέσα μια μεγαλούτσικη αλλά πολύ περιποιημένη κυρία. Της ζητάει ένα άσπρο πουκάμισο, η μαμά μου της δείχνει 2-3, διαλέγει ένα, το πληρώνει (συγκεκριμένα της έδωσε ένα πεντοχίλιαρο), της το βάζει η μαμά μου σε μια σακούλα και η κύρία βαδίζει προς την έξοδο. Μέσα σε δευτερόλεπτα η μαμά μου συνειδητοποιεί ότι το πουκάμισο όπου η ίδια με τα χέρια της έβαλε μέσα στη σακούλα, βρίσκεται πάνω στον πάγκο. Γυρνώντας να φωνάξει την κυρία βλέπει στο πλατύσκαλο του μαγαζιού προς την έξοδο, την περιποιημένη κυρία, να καμπουριάζει και να μεταμορφώνεται σε μαυροφορεμένη γριούλα. Δεν είδε πρόσωπο, μόνο την πλάτη της την ώρα που έβγαινε από το μαγαζί. Ανοίγει το ταμείο της γιατί πίστεψε ότι όλα αυτά τα φαντάστηκε, μια που ούτε το πουκάμισο έλειπε, και βρήκε το πεντοχίλιαρο που της είχε αφήσει η κυρία!
Η μαμά μου, επειδή δεν την έκανε να φοβηθεί όλο αυτό το σκηνικό, αλλά της άφησε μια αισιόδοξη διάθεση, θεωρεί ότι αυτή η γριούλα ήταν η Παναγία που ήρθε για να της δώσει κουράγιο ότι όλα θα πανε καλά!
Στα νιάτα της (ήμουν περίπου 5 χρονών εγώ) είχε ανοίξει ένα κατάστημα σε γυναικεία ρούχα. Τον πρώτο καιρό, το άγχος της αν όλα θα πάνε καλά ήταν πολύ μεγάλο και καθόλη τη διάρκεια της μέρας ήταν αναστατωμένη.
Ένα πρωινό λοιπόν, και ενώ έχει περάσει η ώρα και δεν έχει πατήσει το ποδί της ούτε μία πελάτισσα, η μαμά μου κοντεύει να σκάσει από τη στεναχώρια της. Τότε ανοίγει η πόρτα και μπαίνει μέσα μια μεγαλούτσικη αλλά πολύ περιποιημένη κυρία. Της ζητάει ένα άσπρο πουκάμισο, η μαμά μου της δείχνει 2-3, διαλέγει ένα, το πληρώνει (συγκεκριμένα της έδωσε ένα πεντοχίλιαρο), της το βάζει η μαμά μου σε μια σακούλα και η κύρία βαδίζει προς την έξοδο. Μέσα σε δευτερόλεπτα η μαμά μου συνειδητοποιεί ότι το πουκάμισο όπου η ίδια με τα χέρια της έβαλε μέσα στη σακούλα, βρίσκεται πάνω στον πάγκο. Γυρνώντας να φωνάξει την κυρία βλέπει στο πλατύσκαλο του μαγαζιού προς την έξοδο, την περιποιημένη κυρία, να καμπουριάζει και να μεταμορφώνεται σε μαυροφορεμένη γριούλα. Δεν είδε πρόσωπο, μόνο την πλάτη της την ώρα που έβγαινε από το μαγαζί. Ανοίγει το ταμείο της γιατί πίστεψε ότι όλα αυτά τα φαντάστηκε, μια που ούτε το πουκάμισο έλειπε, και βρήκε το πεντοχίλιαρο που της είχε αφήσει η κυρία!
Η μαμά μου, επειδή δεν την έκανε να φοβηθεί όλο αυτό το σκηνικό, αλλά της άφησε μια αισιόδοξη διάθεση, θεωρεί ότι αυτή η γριούλα ήταν η Παναγία που ήρθε για να της δώσει κουράγιο ότι όλα θα πανε καλά!
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 18 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.